- Μεναλκίδᾳ
- Μεναλκίδᾱͅ , Μεναλκίδηςmasc dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μεναλκίδα — Μεναλκίδᾱ , Μεναλκίδης masc nom/voc/acc dual (doric) Μεναλκίδᾱ , Μεναλκίδης masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεναλκίδας — Μεναλκίδᾱς , Μεναλκίδης masc acc pl (doric) Μεναλκίδᾱς , Μεναλκίδης masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεναλκίδαν — Μεναλκίδᾱν , Μεναλκίδης masc acc sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δίαιος ο Μεγαλοπολίτης — (2ος αι. π.Χ.). Στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Διαδέχτηκε τον στρατηγό Μεναλκίδα στην αρχηγία των Αχαιών. Ο Μεναλκίδας είχε κατηγορηθεί ότι προσπάθησε να αποσπάσει τη Σπάρτη από τη Συμπολιτεία όταν τον έστειλαν πρέσβη στη Ρώμη, την εποχή του … Dictionary of Greek